Ανοχή ή συνενοχή;
εξετάζουμε είναι μια ξακουστή φράση του Βολταίρου: «Διαφωνώ μαζί σου αλλά θα δώσω και τη ζωή μου ακόμη για να μπορείς να διαφωνείς μαζί μου».
Μια τέτοια ανοχή λειτουργεί σαν ασφαλιστική δικλείδα. Αποτρέπει μια πιθανή έκρηξη που θα είναι το αποτέλεσμα της μη αναγνώρισης, της καταπάτησης του δικαιώματος αυτού κι εξαφανίζει την ολέθρια προοπτική, που κρύβουν οι συνέπειες αυτής της έκρηξης. Δίνει τη δυνατότητα για ειρηνική επίλυση των διαφορών και για ειρηνική μετάβαση σε μια δικαιότερη κοινωνική ζωή. Αν κάθε άτομο και κοινωνική ομάδα ακολουθούσαν αυτή την τακτική, είναι βέβαιο πως θα μπορούσε να επουλωθεί κάθε κοινωνική πληγή. Πραγματικά, ένας εμφύλιος πόλεμος είναι πολλές φορές -κι όχι οπωσδήποτε σε κάθε περίπτωση - αποτέλεσμα μιας τυφλής πίστης σ' ένα σκοπό, σε μια ιδέα, σ' ένα όραμα. Όταν όμως το όραμα αυτό είναι διαφορετικό ανάμεσα σε δυο κοινωνικές ή πολιτικές ομάδες, ή ακόμη η τακτική για την προσέγγισή του δεν είναι κοινή, όταν ακόμη ο φανατισμός αποκόψει κάθε δρόμο συνεννόησης, τότε ο εμφύλιος πόλεμος γίνεται μια προοπτική πολύ κοντινή. Η αμοιβαία ανοχή σε μια τέτοια περίπτωση θα γεφύρωνε τις αντιθέσεις, θα εκλογίκευε την τυφλή πίστη στο όραμα και θ' απομάκρυνε τα δεινά μιας εμφύλιας περιπέτειας.
Ανάλογη, καθοριστική για ένα ευοίωνο μέλλον, σημασία έχει η ανοχή και σε κάθε εξέλιξη που κρύβει μέσα της δυσάρεστες προοπτικές. Έτσι μια πολιτική όξυνση, που οδηγεί αρχικά σε αβεβαιότητα και ανασφάλεια, μετά σε οικονομική και πολιτική κρίση και τελικά σε δικτατορία, μπορεί ν' αμβλυνθεί με μια άψογη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών, μ' ένα σεβασμό των θέσεων των αντιμαχόμενων πολιτικών μερίδων, με μια αμοιβαία ανοχή, ανοχή βέβαια με την ολοκληρωμένη, βολταιρική έννοια του όρου. Ο παρασιτισμός ακόμη μιας κοινωνικής ομάδας, που ηθελημένα τίθεται στο περιθώριο του συλλογικού σώματος - περιθώριο με την άσχημη έννοια που έχει πάρει ο όρος στις μέρες μας - δεν αποτελεί πρόβλημα που λύνεται με βίαια μέσα. Αντίθετα, μια κατανόηση, μια χωρίς προκατάληψη εξέταση των κινήτρων, που οδήγησαν στη λήψη της οποιασδήποτε στάσης απέναντι στη ζωή κι από τις δυο αντίθετα τοποθετημένες ομάδες, μπορεί να οδηγήσει στην αποφυγή ή στη μη επανάληψη σφαλμάτων, που θα όξυναν το πρόβλημα.
Ο όρος όμως ανοχή διατηρεί στην εποχή μας την πραγματική του σημασία ή μήπως έχει εκφυλιστεί εννοιολογικά και χρησιμοποιείται με κάποια υποβαθμισμένη ή κολοβωμένη σημασία;
Ένα φαινόμενο του καιρού μας είναι η λεγόμενη αλλοτρίωση. Μιλάμε γι' αλλοτρίωση του ανθρώπου, για αλλοτρίωση της εργασίας, για αλλοτρίωση των ανθρώπινων σχέσεων. Μιλάμε όμως και γι' αλλοτρίωση της γλώσσας. Οι λέξεις έχουν υποστεί τέτοια φθορά, ώστε να έχουν αποσυσχετιστεί από το αρχικό νόημά τους. Το σημαίνον (λέξη) δεν εκφράζει το σημαινόμενο (νόημα). Μέσα σ' αυτή την αλλοτριωτική διαδικασία αλέθεται κι η λέξη ανοχή. Πραγματικά στις μέρες μας η ανοχή είναι ταυτισμένη σημασιολογικά με την παθητική, αδιάφορη ή ουδέτερη αντιμετώπιση των καταστάσεων, που μας θίγουν άμεσα ή έμμεσα. Η δυναμική χροιά του όρου απουσιάζει. Η αναγνώριση του δικαιώματος του άλλου να σκέφτεται, να εκφράζεται και να πράττει διαφορετικά από μένα έχει εκφυλιστεί σε μια αδιαμαρτύρητη υποταγή στη θέλησή του. Έτσι μια δουλοπρεπής αντιμετώπιση του άλλου, η αναγκαστική - συχνά λόγω βίας -συμφωνία μαζί του, η